αναξιοσύνη

αναξιοσύνη
αναξιότητα κ. αναξιοσύνη η
недостойность для посвящения в духовный сан:

η αναξιότητα ορισμένων κληρικών μπορεί να κλονίσει το κύρος της Εκκλησίας — недостойность некоторых клириков может поколебать авторитет Церкви


Η εκκλησία λεξικό (Церковный словарь Назаренко). 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Смотреть что такое "αναξιοσύνη" в других словарях:

  • αναξιοσύνη — η [ανάξιος] η αναξιότητα* …   Dictionary of Greek

  • αναξιοσύνη — η η αναξιότητα (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ανάξιος — (I) α, ο (Α ἀνάξιος, ία, ιον και αττ. ιος, ιον) 1. αυτός που δεν θεωρείται άξιος για κάτι, που έχει ή παθαίνει ή κάνει κάτι παρά την αξία, ανάρμοστα 2. αυτός που δεν τού πρέπει να έχει ή να παθαίνει κάτι 3. ο δίχως αξία, αξιοκαταφρόνητος,… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»